- αναλγησιδοειδή
- (analgesidea). Οικογένεια αραχνοειδών εντόμων της τάξης των ακάρεων. Ζουν παρασιτικά στα φτερά των πουλιών και τρέφονται από μια ελαιώδη ουσία που εκκρίνεται από τους σμηγματογόνους αδένες. Τα έντομα αυτά δεν είναι ενοχλητικά, όπως αυτά της ψωρίασης, γιατί δεν προκαλούν πόνο στα πουλιά με τα δαγκώματά τους. Γι’ αυτό τον λόγο ονομάστηκαν και α. (δεν προκαλούν άλγος). Το μέγεθος του σώματός τους είναι συνήθως μισό χιλιοστό και σπάνια ξεπερνά το ένα. Είναι ωοτόκα και τα αβγά τους αναπτύσσονται και σχηματοποιούνται στην κοιλιά του θηλυκού. Τα αρσενικά εμφανίζουν διαφορετική διάπλαση από τα θηλυκά, κυρίως ως προς την κατασκευή των ποδιών.
Dictionary of Greek. 2013.